«Kίνδυνος ελλοχεύει και στις περιπτώσεις αποδοχής «δωρεών» που καλύπτουν ανάγκες που δεν έχουν προκηρυχθεί. Διότι έτσι επιτρέπεται στο «δωρητή» να δεσμεύσει κατ’ ουσία το μέλλον επιβάλλοντας δικές του προδιαγραφές από τις οποίες η διοίκηση δεν θα μπορέσει να διαφύγει, νοθεύοντας και τον ανταγωνισμό. Η δωρεάν προσφορά οδηγεί ενδεχομένως τη διοίκηση σε τετελεσμένα, αφήνοντας υπόνοια αδιαφάνειας και διαφθοράς».
Τάδε έφη Θεόδωρος Φορτσάκης – ο γνωστός πρώην υπουργός Παιδείας της ΝΔ και πρώην λατρεμένος πρύτανης του ΕΚΠΑ, σε άρθρο του στις 31/3/2021, ασκώντας κριτική στις διαδικασίες σύναψης δημοσίων συμβάσεων και αποδοχής δωρεών από την κυβέρνηση. Μπορεί να είχε στο μυαλό του την τσιμεντόστρωση της Ακρόπολης, δωρεά του Ιδρύματος Ωνάση, ίσως το Μεγάλο Περίπατο, που η πιλοτική του μορφή πληρώθηκε από μας αλλά η οριστικοποίησή του θα γίνει και με χορηγίες από ιδιώτες, μπορεί και την ανάπλαση της Ομόνοιας, δωρεά των ιδιοκτητών των νέων ξενοδοχείων στην περίμετρο της πλατείας, πάλι του Ωνάση και κυρίως του Ιδρύματος Λασκαρίδη, το οποίο, παλαιότερα, είχε δωρίσει τα χρήματα για την αποκατάσταση της πλατείας Συντάγματος «μετά τις καταστροφές που αυτή είχε υποστεί τα χρόνια των μνημονίων».
Την 1/2/2020, η γνωστή αναρχοσυνδικαλιστική εφημερίδα «Καθημερινή», σε άρθρα γνώμης για την ανάπλαση της Ομόνοιας, σημείωνε: «Ο εξωραϊσμός δείχνει να έχει ως στόχο να ελαχιστοποιήσει την κοινόχρηστη επιφάνεια, δεδομένου ότι η Ομόνοια έχει εδραιωθεί στη συλλογική συνείδηση ως τόπος έλξης περιθωριακών στοιχείων… Ο χορηγός, με τη σύμπραξη του δήμου, δεν περιορίστηκε στο να αποκαταστήσει τη βραβευμένη μελέτη, αλλά έφερε νέο σχεδιασμό – καλό ή κακό, είναι εντελώς άλλη συζήτηση. Για έργο τέτοιας σημασίας, εφόσον σκόπευε να αποδεχθεί τη χορηγία, ο δήμος όφειλε προηγουμένως να έχει προκηρύξει αρχιτεκτονικό διαγωνισμό, τουλάχιστον ιδεών, και στη συνέχεια να προχωρήσει στην αποδοχή των πόρων για την υλοποίησή του. Για να γίνει εξαίρεση από την, ομολογουμένως μακρόχρονη αλλά νομίμως προβλεπόμενη διαδικασία, οπότε ο δήμος να αποδεχθεί νέα μελέτη μαζί με τη χορηγία, θα έπρεπε να έχει εξασφαλιστεί πρώτα η έγκριση του Συμβουλίου Πολεοδομικών Θεμάτων και Αμφισβητήσεως (ΣΥΠΟΘΑ) ή Συμβουλίου Αρχιτεκτονικής, πράγμα που δεν έγινε. Το ότι ένας ιδιώτης κάνει μια δωρεά προς το Δημόσιο (δηλαδή, στην πράξη, επιλέγει πού θα κατευθυνθούν οι φόροι τους οποίους έτσι κι αλλιώς θα όφειλε να πληρώσει, ώστε να τους εισπράξει ανταποδοτικά μέσα από την ποιότητα του περιβάλλοντος της ιδιοκτησίας του) δεν σημαίνει ότι παρακάμπτονται και όλες οι διαδικασίες δημόσιου σχεδιασμού και δημόσιου ελέγχου. Η άδεια εργασιών στην Ομόνοια έχει εκδοθεί για αλλαγή της δαπεδόστρωσης, όχι για κάτι άλλο. Υπάρχει σοβαρός κίνδυνος να βρεθούμε μπροστά στο τραγελαφικό η «νέα» Ομόνοια, με το γενικά αγαπητό σιντριβάνι της και τις κατά τεκμήριο καλές προθέσεις του χορηγού, να εμπίπτει στον νόμο περί αυθαιρέτων, σύμφωνα με τον οποίο ο δήμος θα πρέπει να πληρώσει πρόστιμο προς άλλη κρατική οντότητα, 100% του κόστους κατασκευής και 50% κατ’ έτος για τη διατήρηση. Το ότι το έργο γίνεται με ιδιωτικά κεφάλαια και όχι με δημόσιο χρήμα, δεν απαλλάσσει τον δήμο από τις ευθύνες του».
Κάπως έτσι, το δημοτικό συμβούλιο της Αθήνας και ειδικότερα η δημοτική παράταξη Αθήνα Ψηλά του δημάρχου Μπακογιάννη, προχώρησε τον Ιανουάριο του 2021 ουσιαστικά στην εκχώρηση του Λόφου Στρέφη στην ιδιωτική εταιρεία Prodea Investments. Πρόκειται για κτηματομεσιτική εταιρία, με ακίνητα στην περιοχή, συνεργαζόμενη με μεγαλοϊδιοκτήτες κλαμπ στη Μύκονο και «συνέχεια» της «ΠΑΝΓΑΙΑ», για την οποία έχουν υπάρξει 22 ποινικές διώξεις για το ξεπούλημα δημοσίων κτιρίων. Επίσης, τα μέλη του Δ.Σ. της -κατά μεγάλη σύμπτωση- είναι όλα πρώην στελέχη της Deutsche Bank. Αυτή η εταιρία κατά το δήμαρχο «θα δώσει πίσω στην περιοχή την ταυτότητα της»!
Την απόφαση εκχώρησης στήριξαν οι παρατάξεις Βουλγαράκη, Κασιδιάρη και ένας δημοτικός σύμβουλος της παράταξης Γερουλάνου. Το βασικό επιχείρημα του δημάρχου ήταν «η εγκατάλειψη του λόφου» (!), τη στιγμή που η εγκατάλειψη αυτή οφείλεται αποκλειστικά στο Δήμο Αθηναίων, που επί σειρά ετών δεν ανταποκρίνεται στις υποχρεώσεις του αναφορικά με την καθαριότητα και τη συντήρησή του, την παιδική χαρά, το γήπεδο μπάσκετ, τα αναγκαία αντιπλημμυρικά έργα, τη στήριξη των πρανών, την προσβασιμότητα, το πότισμα, την πυρόσβεση, το φωτισμό, τη φροντίδα και αναπλήρωση του φυσικού περιβάλλοντος. Ενώ οι δημότες πληρώνουμε κανονικά υπέρογκα δημοτικά τέλη, έρχεται ως «από μηχανής θεός» μια εταιρία για να μας «σώσει» και να απαλλάξει (;) το Δήμο από την ευθύνη του. Η εταιρεία που ανέλαβε τη μελέτη και την υλοποίηση μέρους της για την ανάπλαση του Λόφου κατά το δοκούν, θα επιβάλλει: Τσιμεντοποίηση των μονοπατιών και κάγκελα στις κορυφογραμμές, περίφραξη ολόκληρου του λόφου, δημιουργία εισόδων και τοποθέτηση φυλακίων σε αυτές, τοποθέτηση καμερών περιμετρικά. Επίσης, διάφορες εργασίες συντήρησης, υπερκοστολογημένες και αμφιλεγόμενες, τις οποίες θα αναλάβουν εταιρίες προτεινόμενες από την ίδια την Prodea, που όμως θα πληρωθούν από το Δήμο -άρα από εμάς- χωρίς δημόσια διαβούλευση με τους κατοίκους –χωρίς εμάς- και παρά τις αντιδράσεις του υπόλοιπου δημοτικού συμβουλίου. Παραδόξως, από το σχεδιασμό απουσιάζει ένας από τους πιο πολυσύχναστους και σημαντικούς ελεύθερους χώρους, το ανοιχτό γήπεδο του μπάσκετ, καθώς και τα περιμετρικά πεζοδρόμια.
Πρόσφατα δημοσιοποιήθηκε η διαχειριστική μελέτη του 2019 των υπηρεσιών του Δήμου για το Λόφο Στρέφη σε βάθος δεκαετίας και ήταν αποκαλυπτική για τη συνεργασία Δήμου και Prodea, που προϋπήρξε της απόφασης για τη δωρεά. Η μελέτη περιέγραφε ακριβώς τις εργασίες που πρότεινε η Prodea κοστολογημένες και τα δύο έγγραφα συνέκλιναν στο στόχο της ανάπλασης: Τόσο ο Δήμος, όσο και η Prodea επιδιώκουν την αύξηση της αξίας γης και ιδιοκτησίας στην περιοχή.
Για την Prodea, διαχειρίστρια και ιδιοκτήτρια ακινήτων στο κέντρο της Αθήνας, η στόχευση είναι κατανοητή. Μια ιδιωτική εταιρία δε μπορεί να ενδιαφέρεται παρά μόνο για την κερδοφορία της, πιθανόν για την ευημερία των πελατών της, αλλά σίγουρα όχι για τις ανάγκες των κατοίκων μιας γειτονιάς. Για το Δήμο όμως; Τι όφελος όμως μπορούν να έχουν οι κάτοικοι του κέντρου της Αθήνας από μια τέτοια προοπτική, αν δεν πρόκειται για μεγαλοϊδιοκτήτες ή εκμισθωτές; Ο Δήμαρχος είναι σαφής: Στόχος είναι η επανακατοίκηση του κέντρου της Αθήνας, όπως με στόμφο δήλωσε στο φόρουμ των Δελφών.
Ως κάτοικοι του ευρύτερου κέντρου βρισκόμαστε επί χρόνια στο στόχαστρο της βίαιης ανάπλασης, το λεγόμενο gentrification, ένα γνωστό μοντέλο που έχει προηγηθεί σε πολλές ευρωπαϊκές μητροπόλεις, και που θέλει τα κέντρα των πόλεων “βιτρίνες”, παραδομένα σε εταιρίες και τους εργαζόμενους εκτοπισμένους στα προάστια. Στο κέντρο της Αθήνας επιτυγχάνεται συστηματικά ο εκτοπισμός των φτωχότερων κατοίκων μέσω της κατακόρυφης αύξησης των ενοικίων, της αύξησης των αντικειμενικών αξιών ακινήτων και των εξώσεων λόγω airbnb. Οι αναπλάσεις αφορούν στην πλήρη οικονομική εκμετάλλευσή μας και στην επιτήρηση κάθε έκφανσης της ζωής μας.
Τα Εξάρχεια είναι στο στόχαστρο των πολιτικών εξευγενισμού ήδη από τη δεκαετία του 1980. Οι πρώτες εκείνες προσπάθειες έμειναν στο δίκτυο πεζόδρομων που κατασκευάστηκε, για να παραδοθούν στη συνέχεια στα τραπεζοκαθίσματα της εστίασης και των μπαρ, που μετέτρεψαν την περιοχή σε μια τεράστια διασκεδασούπολη. Το Πολυτεχνείο, αναπόσπαστο κομμάτι της γειτονιάς, στο οποίο (μαζί με το Χημείο και τη Νομική) οφείλεται σε μεγάλο βαθμό η ιστορικότητά της και ο ιδιαίτερος χαρακτήρας της, επιχειρήθηκε να απονεκρωθεί με την εκδίωξη των φοιτητών στην Πολυτεχνειούπολη από τα τέλη της δεκαετίας του 1980 και τη μετατροπή του σε Μουσείο, με αφαίρεση των περιμετρικών τοίχων και ενοποίησή του με το Αρχαιολογικό Μουσείο, κατόπιν πρότασης της Υπουργού Πολιτισμού Μπακογιάννη το 1993. Η άρνηση φοιτητών και καθηγητών της Σχολής Αρχιτεκτόνων να εγκαταλείψουν το Πολυτεχνείο για τις εξοχές του Ζωγράφου, αλλά και η χρήση του ως χώρος πολιτικών συνελεύσεων, εκδηλώσεων και εξεγερτικών γεγονότων, έχει ανατρέψει μέχρι σήμερα τα σχέδια απονέκρωσης του χώρου. Ταυτόχρονα όμως, έχει αποκοπεί από την οδό Τοσίτσα, που κατά καιρούς χρησιμοποιείται για την εμπέδωση του ιδεολογήματος περί «υποβάθμισης» της περιοχής και για το σκοπό αυτό έχει με τη σειρά της αποκοπεί εντελώς από τον κήπο του Μουσείου. Για να φτάσουμε στην covid εποχή, όπου ο χώρος του Πολυτεχνείου αποκόπηκε εντελώς από όλες του τις χρήσεις, παραδόθηκε στην αστυνομική φρούρηση, παράλληλα με την πλατεία Εξαρχείων, το Λόφο Στρεφη και τη γειτονιά των Εξαρχείων γενικότερα και η επιστροφή στην «κανονικότητα» τον προορίζει φυλασσόμενο από την πανεπιστημιακή αστυνομία.
Ο σταθμός μετρό που σχεδιαζεται στην πλατεία Εξαρχείων, έχει διπλή χρήση: αφενός θα είναι το βασικότερο εργαλείο των πολιτικών εξευγενισμού και της συνεπαγόμενης κερδοφορίας των κτηματομεσιτικών και εμπορικών επιχειρήσεων, αφετέρου, στοχεύει να τσακίσει την πολιτική φυσιογνωμία της περιοχής. Όπως εμμονικά ανέφερε ο νυν υπουργός μεταφορών Καραμανλής: «Πρώτον, δεν έχουμε δικαίωμα να αφήσουμε καμία περιοχή της Αθήνας, πόσο μάλλον τα Εξάρχεια, χωρίς να δώσουμε πραγματική ευκαιρία για ανάπτυξη. Θυμηθείτε τι έγινε σε άλλες περιοχές, όπου πήγε το μετρό. Για παράδειγμα το Γκάζι. Δεύτερον, αν οι πολίτες έχουν δικαίωμα στην ανάπτυξη, μία συντεταγμένη και ευνομούμενη Πολιτεία έχει και μία άλλη υποχρέωση: Να μην αφήσει οποιαδήποτε περιοχή στο ημίφως της γκετοποίησης και στο σκοτάδι κάποιων ιδεολογικών εμμονών».
Στη γενικότερη επίθεση της καπιταλιστικής κερδοφορίας, μέσω των αναπλάσεων και των ιδιωτικοποιήσεων ή των αποκλεισμών των ελεύθερων δημόσιων χώρων στο Δήμο Αθηναίων (Φιλοπάππου, Ακαδημία Πλάτωνος, Εθνικός Κήπος, Ομόνοια, προσφυγικά, Κτήμα Δρακόπουλου, Διπλή Ανάπλαση, Πεδίο Άρεως), τα Εξάρχεια κατέχουν κομβικό ρόλο, εξαιτίας του ανολοκλήρωτου πόθου μετατροπής της γειτονιάς σε άλλο Κολωνάκι και της κρατικής ανάγκης για πολιτική σιγή νεκροταφείου. Τα τρία εμβληματικά σημεία της γειτονιάς (Πολυτεχνείο, πλατεία Εξαρχείων, Λόφος Στρέφη) μπαίνουν στο στόχαστρο την ίδια στιγμή και ενώ προσπαθεί να εμπεδωθεί η κατασταλτική παρουσία στην περιοχή.
Το σχέδιο είναι παλιό και κοινό για όλους τους θιασώτες των αναπλάσεων, ανεξαρτήτως κυβερνητικής απόχρωσης. Χαρακτηριστικά, το 2018, η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, μέσω της κρατικής εταιρίας «Ανάπλαση Αθήνας ΑΕ», πρότεινε αρχικά να µετακινηθεί ο σταθµός στη συµβολή Τοσίτσα-Μπουµπουλίνας, αλλά διαπιστώθηκε πως αυτό θα προκαλούσε πρόβληµα στον γενικότερο σχεδιασµό της γραµµής. Τότε, έγινε δεκτή η πρόταση να γίνει ο σταθµός στην πλατεία Εξαρχείων, αλλά να εγκατασταθούν οι βασικές έξοδοι: 1) Στο αριστερό πεζοδρόµιο, κατεβαίνοντας τη Στουρνάρη, 2) Στη διασταύρωση Τοσίτσα – Σπ. Τρικούπη, 3) Μια δευτερεύουσα έξοδος ψηλά κοντά στο Βοξ. Η οδός Τοσίτσα θα μετατρεπόταν σε πεζόδροµο με ήπια κυκλοφορία οχηµάτων. «Η βασική ιδέα είναι η διάσωση της ιστορικής μορφής της πλατείας, η αναβίωση του ζεύγους Στουρνάρη-Τοσίτσα, η πρώτη ως δρόμος εμπορίου, φοιτητικής και νεανικής κίνησης, με κατοικία και γραφεία στους ορόφους, η δεύτερη ως πράσινος δρόμος που θα φέρνει στο Μουσείο, στο «Ακροπόλ» και στο Πολυτεχνείο, ενώ ταυτόχρονα θα ανεβάζει στον Στρέφη προστατεύοντας επάνω από την Μπουμπουλίνας την κατοικία, που είναι η κύρια χρήση του δρόμου. Ταυτόχρονα, το Πολυτεχνείο και το Μουσείο ξανανοίγουν προς την απονεκρωμένη σήμερα Τοσίτσα», δήλωνε ο καθηγητής Νίκος Μπελαβίλας, πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της Ανάπλασης (Η Ανάπλαση κάνει… κατάληψη στα Εξάρχεια, Εφημερίδα των Συντακτών, 29.10.2018).
Για ποιο Πολυτεχνείο μίλαγε όμως; «Απαντώντας και στις προτάσεις για αποµάκρυνση της Σχολής Αρχιτεκτόνων, ο Ν. Μπελαβίλας παρουσίασε την πρόταση για διαµόρφωση του κτιρίου Γκίνη µε αίθουσες συνεδρίων, ξενώνες καθηγητών και γραφεία επαγγελµατικών σωµατείων των αποφοίτων του Πολυτεχνείου…Ως προς τα δύο κενά κτίρια της Πρυτανείας που βλέπουν προς την Πατησίων, ο κ. Μπελαβίλας πρότεινε να στεγαστούν εκεί οι προτάσεις για Μουσείο Αρχαίας Τεχνολογίας και Μουσείο Θησαυρών της Σχολής Καλών Τεχνών». (Αλλάζει όψη η Αθήνα – Το αναλυτικό σχέδιο για το κέντρο της πόλης εφ. ΕΘΝΟΣ, 20.11.2018). Όχι πολύ διαφορετικά τα σχέδια Μπελαβίλα με τα παλιότερα της Ντόρας Μπακογιάννη τελικά.
Σαν Ανοιχτή Συνέλευση για το λόφο του Στρέφη, που συναντηθήκαμε μετά τη δημοσιοποίηση της συμφωνίας Μπακογιάννη – Prodea, δηλώσαμε εξ’ αρχής πως:
Δεν θέλουμε τις γειτονιές μας αντικείμενο εκμετάλλευσης και κερδοφορίας. Θέλουμε τους χώρους μας ανοιχτούς και ελεύθερους, όπου θα κοινωνικοποιούμαστε, θα οργανώνουμε τις αντιστάσεις μας, θα ορίζουμε εμείς οι ίδιες και οι ίδιοι τις ανάγκες μας.
Η γειτονιά μας των Εξαρχείων χαρακτηριζόταν πάντα από την έντονη και πολύπλευρη πολιτική δράση ανθρώπων που ζουν και δρουν σε αυτήν, με κύρια χαρακτηριστικά την αυτοοργάνωση, την ενεργό συμμετοχή στους αγώνες που αναπτύσσονται, τη διαρκή επαγρύπνηση και τη δίκαιη αμφισβήτηση των τοπικών αρχών, των εκάστοτε κυβερνήσεων και των σχεδίων τους. Με αυτά τα εργαλεία θα αντισταθούμε και θα κρατήσουμε το Λόφο ζωντανό και δημόσιο.
Ο δρόμος που επιλέγουμε να πάρουμε για τα ζητήματα που μας απασχολούν, είναι η ουσιαστική μας ενασχόληση με αυτά, η μεταξύ μας ενημέρωση και αντιπληροφόρηση, η διαρκής επαγρύπνησή μας, η δημιουργία δομών και σχέσεων αλληλεγγύης, αντίστασης και αγώνα, μακριά από επίδοξους σωτήρες. Και γνωρίζουμε καλά πως αυτή μας η στάση ενοχλεί και δυσκολεύει τους διάφορους καλοθελητές και κυβερνώντες. Ωστόσο, οι αγώνες από εμάς για εμάς, με όρους αλληλεγγύης είναι ακριβώς εκείνοι οι οποίοι μπορούν να φέρνουν τα αποτελέσματα που έχουμε πραγματικά ανάγκη και μας συμπεριλαμβάνουν, πέρα από ιδία οφέλη, κέρδη και δοσοληψίες των ισχυρών.